Ο χιονιάς, το δράμα του κ. Μάνου και η τραγωδία της Αμερικής
Του Πέτρου Παπακωνσταντίνου
Μέχρι την περασμένη εβδομάδα, η ζωή δεν ήταν και τόσο σκληρή με τον κ. Στέφανο Μάνο. Πρόεδρος του ΣΕΒ ο παππούς του, ιδιοκτήτρια της βιομηχανίας “Αλλατίνη” η μητέρα του, διευθυντής του Ευαγγελισμού ο πατέρας του. Μετά τις σπουδές του στη Ζυρίχη και το Χάρβαρντ, δεν δυσκολεύτηκε να βρει δουλειά. Ανέλαβε την οικογενειακή επιχείρηση προτού πουλήσει τις μετοχές του και αφοσιωθεί, ζάπλουτος πια, στην πολιτική. Ως υπουργός του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη, υπερασπίστηκε το περιβάλλον με εμβληματικά μέτρα, όπως η επιβολή κεφαλικού φόρου 50 δραχμών στη βενζίνη- τότε ήταν που γνώρισε μέρες δόξας το σύνθημα “καλύτερα παπάκι, παρά με Μητσοτάκη”. Αλλά το μεγάλο πάθος του ήταν το λιγότερο κράτος. Μπροστά του, ακόμη και η Μάργκαρετ Θάτσερ φάνταζε κρυπτοσοσιαλίστρια. Ξανά και ξανά έλεγε ότι αυτός ο τόπος δεν θα δει άσπρη μέρα αν δεν απολυθούν 400.000 δημόσιοι υπάλληλοι. Οι εκπαιδευτικοί του δημοσίου ήταν ο αγαπημένος του στόχος. Υποστήριζε εντελώς σοβαρά ότι πρέπει να μειωθούν από 170.000 σε 50.000 κι ότι αυτό δεν θα βλάψει κανέναν, όπως κατά τη γνώμη του υποδήλωνε το παράδειγμα της Φινλανδίας.
Η τύχη του επιφύλαξε ένα άσχημο χουνέρι στην ένατη δεκαετία της ζωής του. Ο χιονιάς της Μήδειας έπληξε σκληρά την Εκάλη, όπου ο κ. Μάνος μένει από μικρό παιδί. Το δίκτυο ηλεκτροδότησης κατέρρευσε και ο πρώην βιομήχανος και υπουργός έμεινε επί 36 ώρες χωρίς ρεύμα και θέρμανση, και τουλάχιστον 12 ώρες χωρίς νερό. Με το δίκιο του, βγήκε από τα ρούχα του με τη “γενική διάλυση” του κράτους και έσυρε τα εξ αμάξης στον υιό Μητσοτάκη. Όσοι τον άκουγαν να διεκτραγωδεί την περιπέτειά του στην εκπομπή του καλού συνάδελφου Νίκου Ξυδάκη, στο “Κόκκινο”, δύσκολα θα συγκρατούσαν το ειρωνικό μειδίαμα. Δεν είχατε φαγωθεί να ιδιωτικοποιηθούν η ΔΕΗ και όλες οι ΔΕΚΟ κύριε Μάνο μας; Απελευθέρωση της αγοράς ενέργειας δεν θέλατε; Με το λιγότερο κράτος σας δεν μας γανώνατε τ’ αυτιά κάτι δεκαετίες; Πάρτε νάχετε τώρα, θα έλεγαν οι χαιρέκακοι. Αλλά τέτοια πράγματα συμβαίνουν και στις καλύτερες οικογένειες, ακόμη και στη Μέκκα του νεοφιλελευθερισμού, την Αμερική.
Οι εικόνες των προηγούμενων ημερών από το Τέξας ήταν σχεδόν απίστευτες. Εκατομμύρια άνθρωποι ανυπεράσπιστοι απέναντι στον φονικό χιονιά, χωρίς ρεύμα και νερό για μέρες. Άλλοι έκαιγαν έπιπλα για να ζεσταθούν, άλλοι άναβαν την ψησταριά στο σαλόνι για να λιώσουν τους σταλακτίτες και τους σταλαγμίτες, κινδυνεύοντας να πεθάνουν από το μονοξείδιο του άνθρακα (κάποιοι όντως πέθαναν), πάμπολλοι αναγκάζονταν να βράζουν το νερό από το χιόνι για να έχουν να πιουν. Κι όλα αυτά σε μια από τις πιο πλούσιες πολιτείες της υπερδύναμης, τον ενεργειακό πνεύμονα της Αμερικής, το βασικό κέντρο όχι μόνο της πετρελαϊκής βιομηχανίας και του φυσικού αερίου, αλλά και των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας. Πώς έφτασε το Τέξας σε αυτό το χάλι; Η απάντηση είναι πολύ απλή, αλλά όχι και τόσο ευχάριστη για τον κ. Μάνο και τους ομοϊδεάτες του.
Το μοναχικό αστέρι στη σημαία του Τέξας συμβολίζει μια κοινωνία ακραίου ατομισμού, με διαδοχικές κληρονομικές επιβαρύνσεις- από τους τυχοδιώκτες που πλούτιζαν με το αίμα Ινδιάνων και Μεξικάνων, μέχρι τους δουλοκτήτες φεουδάρχες που έγιναν μεγαλοκαπιταλιστές των πετρελαίων και των όπλων. Η “απελευθέρωση” των αγορών επί Ρόναλντ Ρίγκαν και επιγόνων έφτασε στα ακρότατα όριά της εδώ πέρα, ειδικά στον τομέα της ενέργειας. Το Τέξας επέλεξε να έχει δικό του δίκτυο ηλεκτροδότησης, μη συνδεδεμένο με τα δύο μεγάλα διαπολιτειακά δίκτυα των ΗΠΑ (των Ανατολικών και των Δυτικών Πολιτειών), ώστε να μπορεί να κάνει ό,τι θέλει, με τις ελάχιστες δυνατές δεσμεύσεις για τους επιχειρηματίες του κλάδου. Αλλά η “ελευθερία” αυτού του είδους είχε το τίμημά της: όταν ήρθε ο χιονιάς και η ζήτηση ξεπερνούσε κατά πολύ την προσφορά, το μοναχικό Τέξας δεν μπορούσε να καλέσει το “Ιππικό” άλλων Πολιτειών για να καλύψει τα τεράστια κενά. Ο διαχειριστής της ηλεκτρικής ενέργειας στην πολιτεία, που ονομάζεται (εδώ παίρνουμε το χάπι για την πίεση) “Συμβούλιο Ηλεκτρικής Αξιοπιστίας”, κατέρρευσε και ο κόσμος ξεπάγιασε.
Τι να κάνουμε, ήταν μια χωρίς προηγούμενο θεομηνία, θα πουν οι Ταλιμπάν του νεοφιλελευθερισμού στο Τέξας, όπως είπε η κυβέρνηση Μητσοτάκη για την Αθήνα. Αστεία πράγματα. Αν ήταν έτσι, η Ρωσία, η Σουηδία, η Αυστρία και τόσες άλλες χώρες θα έπρεπε να αποδεκατίζονται κάθε χειμώνα. Η τραγωδία στο Τέξας θα μπορούσε κάλλιστα να έχει αποφευχθεί (άλλωστε υπήρχε πρόσφατη πείρα, από παρόμοιο χιονιά του 2011), αν είχαν γίνει τα στοιχειώδη: Εξασφάλιση αποθεμάτων καυσίμων για τις γεννήτριες, μεταφορά τους σε εσωτερικούς, προστατευόμενους χώρους, ενίσχυση και συντήρηση των αγωγών για να μην σπάνε. Όλα αυτά όμως απαιτούσαν μεγάλες επενδύσεις, που ένας δημόσιος ενεργειακός οργανισμός είναι υποχρεωμένος να αναλάβει, αλλά δεν συμβαίνει το ίδιο με τον ιδιώτη, που κοιτάει μόνο το κέρδος του, κατά κανόνα το βραχυπρόθεσμο. Οι νεοφιλελεύθεροι που διοίκησαν το Τέξας, όπως ο Τζορτζ Μπους τζούνιορ, κυβερνήτης του μέχρι το 2000, είχαν υποσχεθεί ότι με την απελευθέρωση της ενέργειας θα ωφελούνταν και ο καταναλωτής με τα μειωμένα τιμολόγια. Δεν τους είχαν πει, όμως, τι θα συμβεί την ώρα της κρίσης.
Το τεξανικό ανάλογο της Μήδειας ήταν η στιγμή της αλήθειας και για τους καταναλωτές. Πολλοί από αυτούς που δεν στερήθηκαν τον ηλεκτρισμό τις μέρες της μεγάλης δοκιμασίας είδαν τους λογαριασμούς ρεύματος να εκτοξεύονται σε τετραψήφια νούμερα (από 2.500 μέχρι και 17.000 δολάρια, διαβάσαμε στον αμερικανικό Τύπο) για λίγα εικοσιτετράωρα κατανάλωσης. Γιατί συνέβη αυτό; Ω, μα εδώ είναι τα ωραία της “απελευθέρωσης”. Σε αδρές γραμμές, τα πράγματα έχουν ως εξής: Η εταιρεία- πάροχος ηλεκτρικής ενέργειας, δηλαδή ο μεσάζοντας ανάμεσα στην εταιρεία παραγωγής και τον καταναλωτή, προσφέρει σε κάθε νοικοκυριό δύο επιλογές: να ψωνίσει στη λιανική τιμή, δηλαδή με καθορισμένες τιμές κιλοβατώρας, ή να προτιμήσει το χονδρική τιμή, δηλαδή την τιμή που καθορίζεται από την αγορά με βάση την εκάστοτε προσφορά και ζήτηση. Όσοι επιλέγουν τη δεύτερη λύση, έχουν κυμαινόμενο τιμολόγιο ανάλογα με την εποχή, υπολογίζουν όμως ότι μεσοσταθμικά θα πληρώσουν λιγότερο γιατί τον περισσότερο χρόνο στο Τέξας δεν έχει χιονιάδες και τυφώνες. Να όμως που με το χιονιά η ζήτηση εκτοξεύτηκε στα ουράνια, ενώ η προσφορά, λόγω των καταστροφών στο δίκτυο, συρρικνώθηκε δραματικά. Το αποτέλεσμα ήταν να εκτιναχθεί η τιμή της κιλοβατώρας από τα 0,02 στα 9 δολάρια και οι άτυχοι καταναλωτές να καλούνται να καταβάλουν κάμποσους μισθούς για λίγες μέρες χρήσης.
Εκ των υστέρων, ακόμη και βαμμένοι αντιδραστικοί, όπως ο Τεξανός γερουσιαστής και προεδρικός υποψήφιος Τεντ Κρουζ άφησαν στην άκρη τα νεοφιλελεύθερα τροπάρια και ζήτησαν αυστηρότερη κρατική ρύθμιση στην ενέργεια, με επιβολή όρων στις εταιρείες. Ο δικός μας, ο κύριος Μάνος, δεν έχει φτάσει σε τέτοιες ακρότητες, αλλά δεν αποκλείεται να το κάνει. Οι άνθρωποι της τάξης του και της κοψιάς του μπορεί να καυτηριάζουν κάθε έννοια δημόσιου αγαθού σε εποχές “κανονικότητας”, αλλά όταν μια μεγάλη κρίση πλήξει τους ίδιους, προσωπικά, τότε θα αναζητήσουν προστασία από το δημόσιο- είτε είναι το ΕΣΥ για τη θεραπεία της Covid (χτυπάω ξύλο, καλά να είναι οι άνθρωποι), είτε είναι η ΑΔΜΗΕ, τα υπουργεία και οι περιφέρειες για τον χιονιά. Τότε θα πουν και τα καλά τους λόγια για τους αφανείς ήρωες, τους εργαζόμενους του δημοσίου, γιατρούς, εκπαιδευτικούς ή μηχανικούς, κι ίσως να τα πιστεύουν κιόλας, αφού τους στάθηκαν στις δύσκολες ώρες. Αλλά θα το ξεπεράσουν πολύ γρήγορα, γι αυτό δεν υπάρχει καμία αμφιβολία.
Σχόλια
Με εκτίμηση
Γιάννης Παπαχατζάκης
Δεν το έγραψα για την Καθημερινή, αλλά στο προσωπικό μου blog.
Στην Καθημερινή της Κυριακής είχε άρθρο για το Τέξας η καλή συνάδελφος Ευρυδίκη Μπερσήhttps://www.kathimerini.gr/world/561271891/texas-glistrise-ston-pago-i-ilektriki-axiopistia/
Συγχαρητήριά Πέτρο.