Σκοτώνουν τους Έλληνες- Χρονικά του ευρώ, 2015


Πρόλογος στο ομώνυμο βιβλίο του Φρεντερίκ Λορντόν, Εκδόσεις Τόπος, 2016
  • ΠΕΤΡΟΣ ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ

Μια από τις πρώτες ταινίες του Σίντεϊ Πόλακ, το Σκοτώνουν τ' άλογα όταν γεράσουν (αγγλικός τίτλος: Τhey shoot horses, don't they?) μοιάζει σήμερα περισσότερο επίκαιρη από τη χρονιά που γυρίστηκε, το 1969. Το δημιούργημα του Αμερικανού σκηνοθέτη βασίζεται στο ομώνυμο μυθιστόρημα του συμπατριώτη του, Οράτιου Μακ Κόι και τοποθετείται στην εποχή της Μεγάλης Ύφεσης, τη δεκαετία του 1930. Με φόντο την οικονομικά ερειπωμένη και ηθικά αποχαλινωμένη Αμερική, το έργο απεικονίζει τη βαρβαρότητα ενός κανιβαλικού καπιταλισμού στα πρόσωπα κερδοσκόπων του ανθρώπινου πόνου. Μιλάμε για επιχειρηματίες που οργάνωναν, προς τέρψιν του αστικού φιλοθεάμονος κοινού, "Μαραθώνιους χορού", πραγματικές ρώσικες ρουλέτες για απελπισμένα ζευγάρια, τα οποία υποχρεώονταν να χορεύουν μέχρι τελικής πτώσεως (επί 2.500 ώρες!) αντί γλίσχρου "επάθλου", που κι αυτό αποδεικνυόταν απατηλό για όσους είχαν την τύχη να επιζήσουν. Δημιούργημα μιας εποχής που σφραγίστηκε από το Μάη του 1968 και το κίνημα κατά του πολέμου στο Βιετνάμ, η ταινία του Σίντεϊ Πόλακ προκάλεσε αίσθηση στην Ευρώπη και ιδιαίτερα στη Γαλλία, όπου κυκλοφόρησε με τίτλο On acheve bien les cheveaux.
Στην ταινία του Πόλακ παραπέμπει ο Φρεντερίκ Λορντόν με το δοκίμιο που έχει στα χέρια του ο Έλληνας αναγνώστης (πρωτότυπος τίτλος On acheve bien les Grecs, δηλαδή Σκοτώνουν τους Έλληνες). Σ' αυτό, ο διακεκριμένος Γάλλος οικονομολόγος πραγματεύεται το δράμα του ελληνικού λαού κάτω από το μνημονιακό ζυγό που του επέβαλε η υπαρκτή, γερμανική Ευρώπη. Το κέντρο βάρους πέφτει στην κορύφωση αυτού του δράματος τη χρονιά της μεγάλης, συλλογικής ελπίδας και της μεγάλης, συλλογικής ματαίωσης- το 2015. Ο βασικός κορμός του βιβλίου συναρμολογείται από αναλύσεις που έγραψε ο Λορντόν στο προσωπικό του blog, στην ιστοσελίδα της έγκυρης, μηνιαίας επιθεώρησης Le Monde Diplomatique. Και μόνο το γεγονός ότι δεν χρειάστηκε να αλλάξει ούτε ένα i από τα αρχικά του κείμενα, υποδηλώνει την αντοχή των διεισδυτικών του εκτιμήσεων, που άντεξαν το διαβρωτικό του πολιτικού χρόνου. Με την αποστασιοποιημένη, συναισθηματικά, ματιά του, ο Γάλλος συγγραφέας προσφέρει στον Έλληνα αναγνώστη ένα πρώτο χρονικό της κρίσιμης αυτής περιόδου, στην οποία, χωρίς αμφιβολία, θα ανατρέχουν ξανά και ξανά οι ιστορικοί του μέλλοντος και για την οποία οφείλουν, πιστεύω, να ρίξουν περισσότερο φως οι πολιτικοί του παρόντος.
Στα 54 χρόνια του, ο Φρεντερίκ Λορντόν είναι διευθυντής του γραφείου θεωρητικών και εφαρμοσμένων Οικονομικών στο Εθνικό Κέντρο Επιστημονικών Ερευνών (CNRS) της Γαλλίας. Ανήκει στους ετερόδοξους, αριστερούς οικονομολόγους που προέρχονται από τη λεγόμενη Σχολή της Ρύθμισης, την οποία θεμελίωσαν τη δεκαετία του 1970 ονόματα όπως ο Μισέλ Αλιετά και ο Ρομπέρ Μπουαγέ. Με έντονες επιρροές από τον Μαρξ, τον Κέινς και τον Σπινόζα, ο Λορντόν ξεφεύγει από τα κατεστημένα όρια της συστημικής, τεχνοκρατικής και φορμαλιστικής "οικονομικής επιστήμης" για να επιστρέψει, με σύγχρονους όρους, στη δημιουργική παράδοση της πολιτικής οικονομίας: την κριτική των υπαρκτών, κοινωνικών σχέσεων, που προσπαθεί να συναρθώσει σε ενιαίο, συνεκτικό λόγο οικονομία, πολιτική, κοινωνιολογία και φιλοσοφία. Εννοεί να είναι ριζοσπαστικός με την κυριολεκτική σημασία του όρου, να στρέψει δηλαδή την κριτική του στη ρίζα των πραγμάτων, εκεί όπου δεν βρίσκονται αριθμοί, αλλά πραγματικοί άνθρωποι, δηλαδή σύνολα κοινωνικών σχέσεων. Το ευρύ φάσμα των ανησυχιών του αντανακλάται σε ένα από τα πιο ενδιαφέροντα, πρόσφατα βιβλία του (Willing Slaves of Capital, Verso 2014). Σ' αυτό, ο Λορντόν καταπιάνεται με το "μυστήριο" του αλλοτριωμένου, παθιασμένου με τη δουλειά του υπαλλήλου, του σύγχρονου "εθελούσιου σκλάβου", για να αναλύσει το Κεφάλαιο όχι μόνο ως αποδοτικό κύκλωμα οικονομικής εκμετάλλευσης, αλλά και ως τρομακτική μηχανή αιχμαλωσίας και διαμόρφωσης της ανθρώπινης επιθυμίας.
Το θεωρητικό έργο του Λορντόν αποκτά βαθμιαία σταθερότερη κοινωνική γείωση και πιο έντονη πολιτική αιχμή, υπό την επίδραση των κινημάτων εναντίον της νεοφιλελεύθερης παγκοσμιοποίησης και της διεθνούς οικονομικής κρίσης του 2008. Στο βιβλίο του La crise de trop (Fayard, 2009) επιχειρεί μια ανατομία της κρίσης, στοχοποιώντας το διεθνές, χρηματοπιστωτικό κεφάλαιο ως βασικό παράγοντα αποσταθεροποίησης της διεθνούς οικονομίας και φτωχοποίησης τεράστιων πληθυσμών. Ήδη από αυτό το βιβλίο, ο Λορντόν θα ασκήσει καταλυτική κριτική στο ευρώ, θεωρώντας το ως δομικό στοιχείο της κρίσης, που μάλιστα δεν επιδέχεται διόρθωση. Μια κριτική, που θα πάρει πιο συγκροτημένο χαρακτήρα στο δοκίμιο Le malfacon (Les Liens qui Liberent, 2014) υπό το φως της συσσωρευμένης πείρας από την κρίση χρέους της ευρωζώνης και τη βάναυση αντιμετώπιση της Ελλάδας. Η ελληνική τραγωδία είχε παίξει όχι ασήμαντο ρόλο στη ριζοσπαστικοποίηση του Λορντόν και άλλων Γάλλων, προοδευτικών διανοητών, οι οποίοι συγκρότησαν το 2010 την ομάδα των "Απηυδυσμένων Οικονομολόγων" (Les Economistes Atterres). Το μανιφέστο τους, που δημοσιεύτηκε την ίδια χρονιά, αποτέλεσε σταθμό στην οικονομική σκέψη της γαλλικής Αριστεράς, καθώς έσπαγε το ταμπού του κοινού νομίσματος, το οποίο αποδέχονταν τα ιστορικά ρεύματά της, από το (μόνο κατ' όνομα αριστερό) Σοσιαλιστικό Κόμμα, μέχρι τους κομμουνιστές και τους τροτσκιστές.
Αυτή η θεωρητική προπαρασκευή προσφέρει στον Φρεντερίκ Λορντόν ένα προνομιακό σημείο θέασης των κοινωνικών και πολιτικών συγκρούσεων στην Ελλάδα, που φτάνουν σε μια κρίσιμη καμπή τον Ιανουάριο του 2015 με την εκλογική νίκη της Αριστεράς. Ήδη στις 19 Ιανουαρίου, έξι μέρες πριν από τις εκλογές που θα σημάνουν την καταβαράθρωση του μνημονιακού μπλοκ, ο Λορντόν περιγράφει με σκληρό ρεαλισμό την πρόκληση που θα αντιμετωπίσουν οι νέοι κυβερνώντες σε άρθρο του υπό τον τίτλο: "Οι εναλλακτικές του ΣΥΡΙΖΑ: να κρυφτεί κάτω από το τραπέζι ή να το αναποδογυρίσει". Ένας κάπως εξεζητημένος τρόπος για να διατυπωθεί το αναπόδραστο δίλημμα που έθετε η συγκυρία: Ρήξη ή ταπεινωτική συνθηκολόγηση- τρίτος δρόμος δεν υπάρχει!
Ο αρθρογράφος συνιστά στον Αλέξη Τσίπρα να μην προσδοκά ότι οι Γερμανοί και οι σύμμαχοί τους θα τρομάξουν από τις δυνητικές επιπτώσεις ενός Grexit στη σταθερότητα του ευρώ και ότι, υπό την επίδραση αυτού του φόβου, θα συνομολογήσουν, με κρύα καρδιά, έναν ευπρόσωπο συμβιβασμό. Τέτοιο ενδεχόμενο δεν υπάρχει, εκτιμά ο Λορντόν, αφ' ενός μεν γιατί το ευρώ έχει θωρακιστεί αρκετά ώστε να αντέξει τις όποιες αναταράξεις, αφ' ετέρου δε γιατί η Γερμανία δεν πρόκειται να παραβιάσει τα ιερά και όσια του Συμφώνου Δημοσιονομικής Σταθερότητας, ακόμη κι αν χρειαστεί να πληρώσει κάποιο οικονομικό τίμημα για την αδιαλλαξία της. Στο ίδιο άρθρο, περιγράφει με ακρίβεια το σενάριο που επρόκειτο να υλοποιηθεί έξι μήνες αργότερα, στην τελική φάση της τραγελαφικής διαπραγμάτευσης: διακοπή της παροχής ρευστότητας στις ελληνικές τράπεζες από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ), τραπεζικός πανικός, επιβολή capital controls, ανοιχτός εκβιασμός των δανειστών για άνευ όρων παράδοση. Μια πρόβλεψη που δεν απαιτούσε, βέβαια, προφητικές ικανότητες μια και υπήρχε το πολύ πρόσφατο προηγούμενο της Κύπρου, το οποίο μόνο το επιτελείο του Αλέξη Τσίπρα αρνούνταν να πάρει στα σοβαρά, πετώντας στα νεφελώματα της "δημιουργικής ασάφειας" και του "έντιμου συμβιβασμού".
Η τοποθέτηση του Λορντόν δεν προέρχεται από κάποιον παλαιομοδίτικο, εθνικιστικό αντιγερμανισμό. Αντίθετα, ο συγγραφέας ειρωνεύεται όσους δεν μπορούν να ξεπεράσουν τα κληροδοτημένα στερεότυπα και μένουν εγκλωβισμένοι σε μια άγονη πολεμική, που βλέπει τη σύγχρονη Γερμανία με όρους Ράιχ και πάντσερ. Οι γερμανικές ελίτ δεν έχουν σχέδιο επιβολής και κυριαρχίας στην Ευρώπη, κι αν ασκούν ντε φάκτο ηγεμονικό ρόλο στην Ε.Ε., το πράττουν απρόθυμα, εξαναγακασμένες από την ίδια τη δυναμική των πραγμάτων, σπρωγμένες από την τεράστια δύναμη της αδράνειας που τους δίνει το ειδικό, οικονομικό βάρος της χώρας τους, εκτιμά ο Γάλλος οικονομολόγος. Η αδιάλλακτη, σχεδόν θρησκευτική υπεράσπιση των κανόνων της Οικονομικής και Νομισματικής Ενοποίησης, δεν υπηρετεί μόνο ή κυρίως τον γερμανικό εγωισμό, την επιθετική υπεράσπιση ιδιοτελών, οικονομικών συμφερόντων. Όσο κι αν φαίνεται παράδοξο, αποτελεί κυρίως αμυντική αντίδραση μιας Γερμανίας που αγωνιά μήπως αρχίσει να ξηλώνεται το πουλόβερ που με τόσο μόχθο έπλεξε όταν δεχόταν, με κρύα καρδιά, να εγκαταλείψει το σκληρό μάρκο για το αβέβαιο ευρώ: τις αρχές της δημοσιονομικής πειθαρχίας, των ισοσκελισμένων προϋπολογισμών, των χαμηλών ελλειμμάτων και του ελεγχόμενου χρέους. Είναι τόσο ακριβές αυτές οι αρχές για τους ιθύνοντες της Γερμανίας, υποστηρίζει ο Λορντόν, ώστε να διαγράφεται εξίσου, αν όχι περισσότερο πιθανό από το Grexit το... Gerxit: μια έξοδος της ίδιας της Γερμανίας από την ευρωζώνη εάν κλονιστούν, παρά τις προσπάθειές της, τα θεμέλια πάνω στα οποία οικοδομήθηκε.
Οικονομολόγος με ευρεία, μη οικονομίστικη αντίληψη των πραγμάτων, ο Λορντόν αποδίδει αυτές τις γερμανικές φοβίες όχι μόνο στα- υπαρκτά, βέβαια- συμφέροντα των μεγάλων τραπεζών της, αλλά και στην τραυματική ιστορική εμπειρία από την κατάρρευση του μάρκου και τον εφιαλτικό υπερπληθωρισμό του 1923. Μια εμπειρία που ενοχοποιήθηκε στο γερμανικό, συλλογικό υποσυνείδητο για την άνοδο του ναζισμού, αν και πολύ μεγαλύτερο ρόλο προς αυτή την κατεύθυνση έπαιξαν η Μεγάλη Ύφεση του 1929-1933 και η συνακόλουθη εκτόξευση της ανεργίας. Δεν έχει σημασία αν πρόκειται για μια (πολύ χρήσιμη για τη χρηματοπιστωτική ολιγαρχία της εποχής μας) πλάνη: οι ιδέες γίνονται υλική δύναμη όταν κατακτούν τις μάζες, ακόμη κι αν αυτές οι ιδέες είναι εντελώς απατηλές. Όπως και νάχουν τα πράγματα, ο Λορντόν αναγνωρίζει στη Γερμανία κάθε δικαίωμα να κάνει τη δική της ανάγνωση της Ιστορίας, να έχει τα δικά της ταμπού και φετίχ, να υπερασπίζεται, σε επίπεδο ευρωζώνης, τις δικές της προτεραιότητες. Το ίδιο δικαίωμα, όμως, έχουν και υπόλοιποι λαοί, στην προκειμένη περίπτωση ο ελληνικός. Κι όταν χωρίζει άβυσσος αυτά τα δύο ίσα δίκαια, ένα πολιτισμένο διαζύγιο είναι προτιμότερο από μια βασανιστική συνύπαρξη.
Προς υπεράσπιση αυτής της κεντρικής θέσης του, ο Λορντόν αισθάνεται υποχρεωμένος να απαντήσει στους αριστερούς επικριτές του, που απορρίπτουν σχεδόν αντανακλαστικά κάθε πρόταση για έξοδο από την ευρωζώνη, θεωρώντας ότι μια τέτοια πρόταση ρίχνει νερό στον μύλο του εθνικιστικού, ακροδεξιού Εθνικού Μετώπου, παραβιάζοντας τις διεθνιστικές αρχές της Αριστεράς. Παράξενος αυτός ο διεθνισμός, απαντά ο συγγραφέας, που αγκιστρώνεται πάνω σε ένα νόμισμα! Ο πραγματικός διεθνισμός, όπως λέει κι η ίδια η λέξη, οικοδομείται μεταξύ κυρίαρχων εθνών κι όχι μέσα από την απαλλοτρίωση κάθε εθνικής, λαϊκής κυριαρχίας από το πολυεθνικό κεφάλαιο, τονίζει ο Λορντόν. Μας υπενθυμίζει δε ότι ακόμη και η Κομμούνα ξεκίνησε πρώτα σαν πατριωτική εξέγερση του παρισινού λαού εναντίον των Πρώσων, προτού εξελιχθεί σε μαγνήτη διεθνιστικής αλληλεγγύης και πρωτεϊκό υπόδειγμα εργατικού, σοσιαλιστικού κράτους. Ένα άλλο ευρώ δεν είναι δυνατό, ενώ ένας άλλος διεθνισμός είναι όχι μόνο δυνατός, αλλά και ζωτικά αναγκαίος, υποστηρίζει ο αρθρογράφος.
Όσο για το Εθνικό Μέτωπο και γενικά τον δεξιό, εθνικιστικό ευρωσκεπτικισμό, αυτός δεν αποτελεί πραγματικό αντίπαλο, αλλά δομικά αναγκαίο συμπλήρωμα του ευρωσυστήματος, καθώς εκτονώνει ανώδυνα τη λαϊκή δυσαρέσκεια, εμποδίζοντας την εμφάνιση ενός αριστερού, ριζοσπαστικού αντίπαλου δέους. Αν το Εθνικό Μέτωπο αρχίσει πραγματικά να προσεγγίζει τον προθάλαμο της εξουσίας, εκτιμά ο Λορντόν, τότε είναι βέβαιο ότι θα "πουλήσει" την εναντίωσή του στο ευρώ με αντάλλαγμα την υποστήριξή του από ισχυρές μερίδες του γαλλικού κεφαλαίου. Μια πρόβλεψη που είναι πιθανό να δικαιωθεί γρηγορότερα από ό,τι θα περίμενε κανείς, αν κρίνουμε από τις εσωτερικές διεργασίες στο κόμμα της Μαρίν Λεπέν με επίκεντρο το ζήτημα του νομίσματος.
Τα άσχημα προμηνύματα από τη διαπραγμάτευση της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ- ΑΝΕΛ με τους δανειστές, ιδιαίτερα μετά την πολύ αρνητική συμφωνία της 20ής Φεβρουαρίου, δεν αιφνιδιάζουν, βέβαια, τον Λορντόν. Αλλά ούτε και τον αποκαρδιώνουν. Σε μια ανάλυση του, που δημοσιεύτηκε στις 4 Απριλίου με τίτλο «Μαθήματα από την Ελλάδα» προσπαθεί να εξαγάγει τα αναγκαία διδάγματα, πιστεύοντας ότι δεν έχουν κριθεί ακόμη τα πάντα. Αποκρούει την «υπεραριστερή» ανάγνωση των εξελίξεων, που θεωρεί ότι η αποτυχία έχει ήδη προεξοφληθεί από τον «κοινοβουλευτικό δρόμο» του ΣΥΡΙΖΑ και τη βαθμιαία, προεκλογική μετατόπισή του προς πιο «κεντρώες» θέσεις, με καθαρά ψηφοθηρικά κριτήρια. Ναι, όλα αυτά έγιναν, αλλά το παράθυρο της ιστορικής ευκαιρίας που άνοιξε με την κατάρρευση του αστικού, μνημονιακού μπλοκ δεν έχει ακόμη κλείσει. Έτσι κι αλλιώς, η ανατροπή του καπιταλισμού δεν βρίσκεται στην ημερήσια διάταξη, υποστηρίζει, αυτό όμως δεν σημαίνει ότι δεν θα μπορούσε και δεν μπορεί ακόμη να δρομολογηθεί μια λυτρωτική ρήξη με τη λιτότητα και το ευρωσύστημα.
Το πρόβλημα κατά τον Λορντόν προκύπτει από την απουσία οποιουδήποτε σοβαρού σχεδίου αντιμετώπισης του εκβιασμού των δανειστών και κυρίως από την εμμονή του ΣΥΡΙΖΑ στη μάταιη προσπάθεια να τετραγωνίσει τον κύκλο: να καταργήσει τα μνημόνια παραμένοντας στο ευρώ. Διατηρεί ωστόσο μια μικρή ελπίδα ότι η αμείλικτη λογική της πραγματικότητας θα αναγκάσει την κυβέρνηση να λύσει αυτή την ασυμφιλίωτη αντίφαση της πολιτικής της, προς τη σωστή κατεύθυνση. Ελπίδα που μεγεθύνεται προσωρινά με την απόφαση του Αλέξη Τσίπρα για δημοψήφισμα, γιγαντώνεται με το εκκωφαντικό ΟΧΙ του ελληνικού λαού που ενθουσιάζει αριστερούς και ριζοσπάστες σε όλη την Ευρώπη, για να δώσει πολύ γρήγορα τη θέση της στην οδυνηρή διάψευση. Κάποια μερμήγκια βγάζουν φτερά λίγο πριν το τέλος, χωρίς να πετάνε ποτέ...
            Η ελληνική τραγωδία κρούει τον κώδωνα του κινδύνου για όλη την ευρωπαϊκή Αριστερά, προειδοποιεί ο Λορντόν στις 18 Ιουλίου, μόλις πέντε ημέρες μετά τη μνημονιακή συνθηκολόγηση του Αλέξη Τσίπρα. Η απογοήτευση του συγγραφέα από την εξέλιξη των πραγμάτων δεν τον οδηγεί σε υστερικές κραυγές. Εκείνο που καταλογίζει στον Έλληνα πρωθυπουργό δεν είναι κάποια προδοσία και εθελοδουλεία, αλλά ο πολιτικός καιροσκοπισμός του, η έλλειψη οποιασδήποτε στρατηγικής, η προσέγγιση των μεγάλων, ιστορικών πολιτικών διλημμάτων σχεδόν αποκλειστικά με όρους επικοινωνίας. Τα ίδια συμπτώματα, ίσως σε ακόμη μεγαλύτερο βαθμό, διακρίνει ο Λορντόν στους Ισπανούς Podemos, το άλλο κόμμα της ευρωπαϊκής Αριστεράς με βλέψεις εξουσίας. Η βαθμιαία «μετατόπιση προς το Κέντρο», ο περιορισμός του ριζοσπαστισμού τους στο μάλλον λαϊκίστικο σχήμα «ο λαός απέναντι στις κάστες», η αποφυγή κάθε νύξης σε ταξικούς διαχωρισμούς, ακόμη και στην έννοια της Αριστεράς, στο όνομα του «μη ξύλινου» λόγου και του «καινούργιου», δεν προοιωνίζονται τίποτα το καλό, υποστηρίζει ο Λορντόν. Εκείνο που τον ανησυχεί ιδιαίτερα, όμως, είναι η αδυναμία του Πάμπλο Ιγκλέσιας και των συνεργατών του να βγάλουν τα προφανή συμπεράσματα από την κακή κατάληξη του Αλέξη Τσίπρα: τη ματαιότητα κάθε απόπειρας τερματισμού της λιτότητας μέσα στο ασφυκτικό περιβάλλον της ευρωζώνης, είτε πρόκειται για τη μικρή Ελλάδα, είτε για τη μεγαλύτερη και ισχυρότερη Ισπανία.
            Εξίσου επιφυλακτικός εμφανίζεται ο Λορντόν απέναντι στα Σχέδια Β, C, X και πάει λέγοντας, που προτάθηκαν και προτείνονται από πολιτικούς και οικονομολόγους, όπως ο Γιάννης Βαρουφάκης, οι οποίοι διαχωρίστηκαν μεν από τη συνθηκολόγηση Τσίπρα, επιμένουν να αναζητούν όμως λυτρωτικές λύσεις εντός ευρωζώνης με το επιχείρημα ότι «το κύριο πρόβλημα δεν είναι το ευρώ, αλλά το χρέος». Όχι, το υπ΄αριθμόν ένα πρόβλημα δεν είναι το χρέος, δεν είναι καν η λιτότητα, αλλά η δημοκρατία και η λαϊκή κυριαρχία, υποστηρίζει ο Λορντόν- όχι βέβαια γιατί τα υπόλοιπα δεν έχουν σημασία, αλλά γιατί χωρίς αυτά όλα τα άλλα είναι τίποτα. Αλλά το ευρώ είναι από την ίδια τη δόμησή του η κατάργηση της δημοκρατίας και της λαϊκής κυριαρχίας, συνεχίζει, υπενθυμίζοντας τον αφορισμό του Ζαν-Κλοντ Γιούνκερ την περίοδο του δημοψηφίσματος: «Δεν υπάρχει δημοκρατική επιλογή ενός λαού κόντρα στις ευρωπαϊκές συνθήκες»! Το να αρνείται κανείς την αναγκαία ρήξη σε εθνική κλίμακα, περιμένοντας τη Μεγάλη Μέρα του Μεγάλου Πανευρωπαϊκού Συντονισμού, είναι σαν να περιμένει να του φέρει την ποθητή αλλαγή ο Άγιος Βασίλης.
            Ο Φρεντερίκ Λορντόν δεν εμφανίζει, βέβαια, το Grexit ως πανάκεια. Το θεωρεί αναγκαία, αλλά όχι ικανή συνθήκη για την έξοδο από την κρίση και τη λιτότητα, βλέποντάς το ως κρίσιμο κρίκο ενός ολοκληρωμένου, προοδευτικού προγράμματος οικονομικών, κοινωνικών και πολιτικών αλλαγών. Στο κάτω- κάτω, το Grexit μπορεί να προκύψει και ως ατύχημα ή ως αναγκαστική επιλογή των κυρίαρχων κύκλων, με καταστροφικούς όρους για το λαό. Επιπλέον, ο συγγραφέας μας προειδοποιεί να μην έχουμε αυταπάτες: ο πρώτος ένας- ενάμιση χρόνος μετά την επαναφορά εθνικού νομίσματος θα είναι δύσκολος, με πολλές αναταράξεις. Εκτιμά  ωστόσο ότι, όπως στην περίπτωση της Ισλανδίας, που δοκίμασε μια τεράστια τραπεζική κρίση το 2008-2010 (χωρίς βέβαια να ανήκει στην ευρωζώνη), η σταθεροποίηση θα είναι γρήγορη και η ανάκαμψη δυναμική, με την προϋπόθεση ότι θα υπάρχει μια κυβέρνηση με σχέδιο και ένας ενημερωμένος λαός με αντοχές. Εδώ βρίσκεται, κατά τον Λορντόν η πιο επιτακτική κι η πιο δύσκολη προϋπόθεση για την επιστροφή της ελπίδας: εκείνο που χρειαζόμαστε επειγόντως, πριν ακόμη κι από το Grexit, μας λέει ο Λορντόν, είναι το... Lexit: η έξοδος μιας ορισμένης Αριστεράς από την ιδεολογική φυλακή της ευρωπληξίας, στην οποία έχει εγκλωβιστεί η ίδια, με τη θέλησή της- και δεν μπορεί κανέναν να κατηγορεί για τη μοίρα της...


Σχόλια